Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι μια σοβαρότατη νόσος, που απειλεί την όραση όλων των ασθενών με διαβήτη, ανεξάρτητα από τον τύπο του.
Όσο μεγαλύτερο είναι το χρονικό διάστημα που ένας ασθενής πάσχει από διαβήτη, τόσο μεγαλύτερος και ο κίνδυνος ανάπτυξης διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Στον υπολογισμό πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα να προϋπήρχε ο διαβήτης, ακόμα και αρκετά χρόνια πριν τεθεί η διάγνωση.
Το 80% των ασθενών με διαβήτη για πάνω από 10 χρόνια και σχεδόν το σύνολο αυτών με διαβήτη για πάνω από 25 εμφανίζει αλλοιώσεις διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Είναι λυπηρό ότι το 90% αυτών των περιπτώσεων θα είχε προληφθεί, αν οι ασθενείς ακολουθούσαν ένα τακτικό πρόγραμμα οφθαλμολογικών ελέγχων όλα αυτά τα χρόνια.
Εξαιρετικά σημαντική είναι και η σωστή ρύθμιση του σακχάρου. Όσο ψηλότερα τα επίπεδά του στο αίμα τόσο μεγαλύτερος και ο κίνδυνος προσβολής.
Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) και η σημασία της στον έλεγχο των διαβητικών
Έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια ότι η μέτρηση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα δεν είναι από μόνη της αρκετή για να διαπιστωθεί αν κάποιο άτομο πάσχει από διαβήτη, λόγω των διακυμάνσεων που εμφανίζουν κατά τη διάρκεια της ημέρας και τον επηρεασμό τους από τη λήψη τροφής.
Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) είναι το αποτέλεσμα της ένωσης της αιμοσφαιρίνης του αίματος με τη γλυκόζη και αντιστοιχεί στο μέσο επίπεδο γλυκόζης του αίματος για τους τελευταίους 3 περίπου μήνες.
Η μέτρησή της δεν επηρεάζεται από τη λήψη τροφής και γίνεται με απλή αιμοληψία ή με εξέταση τριχοειδικού αίματος από το δάκτυλο, εφόσον υπάρχει ειδική συσκευή.
Αν ο διαβητικός ασθενής έχει και άλλα προβλήματα υγείας, όπως αναιμία, υπέρταση, υψηλή χοληστερόλη ή είναι καπνιστής, ο κίνδυνος αυξάνει ακόμα περισσότερο.