Διόφθαλμη άθροιση: νευροφυσιολογική επεξεργασία και εφαρμογές στην κλινική πράξη.
Διόφθαλμη άθροιση: νευροφυσιολογική επεξεργασία και εφαρμογές στην κλινική πράξη
H όραση με τους δύο οφθαλμούς είναι ενισχυμένη σε σύγκριση με τον ένα οφθαλμό. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται διόφθαλμη άθροιση και οφείλεται σε λόγους πιθανοτήτων (probability summation) και στην ύπαρξη νευρωνικών μηχανισμών που ενισχύει περαιτέρω την διόφθαλμη όραση (νευρωνική άθροιση). Ως αποτέλεσμα η διόφθαλμη όραση εξασφαλίζει βελτιωμένη αντίληψης του χώρου (ως αποτέλεσμα της στερεοσκοπικής όρασης), αυξημένη ευαισθησία αντίθεσης, καλύτερη κοντινή οπτική οξύτητα, πιο αποτελεσματική ανάγνωση, βελτιωμένη ανοχή στη θόλωση (όφελος για τους μύωπες) και καλύτερη σταθερότητα της προσήλωσης.
Σε περιπτώσεις όμως που η διόφθαλμη όραση διαταράσσεται, όπως στη μονόφθαλμη χρήση ενδο-κερατοειδικών ενθεμάτων ή φακών επαφής με μικρές κόρες (για τη βελτίωση της κοντινής όρασης των πρεσβυώπων), οι σχετικές διαφορές μεταξύ των δύο οφθαλμών στην αμφιβληστροειδική φωτεινότητα οδηγούν σε διαφορές στο χρόνο μετάδοσης της οπτικής πληροφορίας και στο φαινόμενο Pulfrich. Τα φαινόμενα αυτά μπορούν να προκαλέσουν παραμορφώσεις στην αντίληψη της κίνησης και σε πιθανό κίνδυνο σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως στην οδήγηση.