Δεν είναι μόνο οι διάφορες επιπεφυκίτιδες που προκαλούν εξωτερική φλεγμονή στο μάτι και «κόκκινη» εμφάνιση.
Δεν είναι μόνο οι διάφορες επιπεφυκίτιδες που προκαλούν εξωτερική φλεγμονή στο μάτι και «κόκκινη» εμφάνιση.
Μια εσωτερική φλεγμονή του ματιού γνωστή ως ιριδοκυκλίτιδα εμφανίζεται με ερυθρότητα, θόλωση της όρασης, πόνο που επιδεινώνεται με το διάβασμα και φωτοφοβία. Συνήθως είναι ιδιοπαθής, αλλά μπορεί να συνοδεύει κάποια συστηματικά νοσήματα, όπως τη νεανική ρευματοειδή αρθρίτιδα. Μια εργαστηριακή εξέταση που αναζητά το λευκοκυτταρικό αντιγόνο B27 (HLA-B27) στο αίμα είναι αρκετά συχνά θετική.
Κατά την οφθαλμολογική εξέταση ο ιατρός μπορεί να δει φλεγμονώδη κύτταρα και πρωτεΐνες στον πρόσθιο θάλαμο (τον χώρο μεταξύ κερατοειδούς και ίριδας, που περιέχει το υδατοειδές υγρό).
Μια λοίμωξη ή ένας τραυματισμός του κερατοειδούς μπορεί επίσης να προκαλέσει ερυθρότητα στο μάτι του παιδιού.
Αν η σύγκλειση των βλεφάρων δεν είναι καλή, ο εκτεθειμένος κερατοειδής στεγνώνει, με συνέπεια τον ερεθισμό του, ενώ μια κατάσταση γνωστή ως τριχίαση, κατά την οποία οι βλεφαρίδες έχουν κατεύθυνση προς τα μέσα, προκαλεί εκδορές στον κερατοειδή και φλεγμονή.
Διάφοροι λοιμογόνοι παράγοντες, όπως μικρόβια, ιοί και μύκητες, μπορεί να προκαλέσουν μια λευκή πληγή στην επιφάνεια του κερατοειδούς (έλκος του κερατοειδούς). Ισχυρή αντιμικροβιακή αγωγή συνήθως σταματά την εξέλιξη ενός έλκους, αλλά η ουλοποίησή του οδηγεί σε θολερότητες που μπορεί να παρεμποδίζουν την όραση.
Η βλεφαρίτιδα (φλεγμονή των βλεφάρων) είναι πολλές φορές η αιτία ιδιαίτερα ενοχλητικών συμπτωμάτων ερεθισμού, δακρύρροιας και ερυθρότητας. Οφείλεται σε λοίμωξη από σταφυλόκοκκο ή στην υπερπαραγωγή σμήγματος από τους αδένες του βλεφαρικού χείλους. Το βλεφαρικό χείλος φλεγμαίνει και συχνά οι βλεφαρίδες είναι κολλημένες μεταξύ τους με κρούστα. Οι βλεφαρίτιδες μπορούν να προκαλέσουν δευτεροπαθώς επιπεφυκίτιδα, ξηροφθαλμία, στικτή απόπτωση του επιθηλίου του κερατοειδούς, έλκη ή ουλοποίηση του κερατοειδούς (ιδιαίτερα του κατώτερου), κριθή, χαλάζιο κλπ.
Η κριθή (κριθαράκι) είναι μια οξεία βακτηριακή λοίμωξη των αδένων του βλεφαρικού χείλους, που παίρνει τη μορφή ερυθράς επώδυνης διόγκωσης του βλεφάρου. Αρχικά είναι σκληρή και διάχυτη, στη συνέχεια διαπυείται και σχηματίζει κίτρινη κορυφή, που συχνά κενώνεται αυτόματα και αυτοπεριορίζεται.
Τα χαλάζια μπορεί να αφορούν το πάνω ή και το κάτω βλέφαρο και οφείλονται σε απόφραξη των πόρων των αδένων του βλεφαρικού χείλους. Έτσι το παραγόμενο υλικό δεν αποχετεύεται, με αποτέλεσμα τη συσσώρευσή του και τον σχηματισμό οζιδίου. Αν δεν αποδώσει η συντηρητική θεραπεία, τα χαλάζια μπορεί να χρειαστούν τη χειρουργική παρέμβαση του οφθαλμιάτρου, που γίνεται με τοπική αναισθησία.
Μια εσωτερική φλεγμονή του ματιού γνωστή ως ιριδοκυκλίτιδα εμφανίζεται με ερυθρότητα, θόλωση της όρασης, πόνο που επιδεινώνεται με το διάβασμα και φωτοφοβία. Συνήθως είναι ιδιοπαθής, αλλά μπορεί να συνοδεύει κάποια συστηματικά νοσήματα, όπως τη νεανική ρευματοειδή αρθρίτιδα. Μια εργαστηριακή εξέταση που αναζητά το λευκοκυτταρικό αντιγόνο B27 (HLA-B27) στο αίμα είναι αρκετά συχνά θετική.
Κατά την οφθαλμολογική εξέταση ο ιατρός μπορεί να δει φλεγμονώδη κύτταρα και πρωτεΐνες στον πρόσθιο θάλαμο (τον χώρο μεταξύ κερατοειδούς και ίριδας, που περιέχει το υδατοειδές υγρό).
Μια λοίμωξη ή ένας τραυματισμός του κερατοειδούς μπορεί επίσης να προκαλέσει ερυθρότητα στο μάτι του παιδιού.
Αν η σύγκλειση των βλεφάρων δεν είναι καλή, ο εκτεθειμένος κερατοειδής στεγνώνει, με συνέπεια τον ερεθισμό του, ενώ μια κατάσταση γνωστή ως τριχίαση, κατά την οποία οι βλεφαρίδες έχουν κατεύθυνση προς τα μέσα, προκαλεί εκδορές στον κερατοειδή και φλεγμονή.
Διάφοροι λοιμογόνοι παράγοντες, όπως μικρόβια, ιοί και μύκητες, μπορεί να προκαλέσουν μια λευκή πληγή στην επιφάνεια του κερατοειδούς (έλκος του κερατοειδούς). Ισχυρή αντιμικροβιακή αγωγή συνήθως σταματά την εξέλιξη ενός έλκους, αλλά η ουλοποίησή του οδηγεί σε θολερότητες που μπορεί να παρεμποδίζουν την όραση.
Η βλεφαρίτιδα (φλεγμονή των βλεφάρων) είναι πολλές φορές η αιτία ιδιαίτερα ενοχλητικών συμπτωμάτων ερεθισμού, δακρύρροιας και ερυθρότητας. Οφείλεται σε λοίμωξη από σταφυλόκοκκο ή στην υπερπαραγωγή σμήγματος από τους αδένες του βλεφαρικού χείλους. Το βλεφαρικό χείλος φλεγμαίνει και συχνά οι βλεφαρίδες είναι κολλημένες μεταξύ τους με κρούστα. Οι βλεφαρίτιδες μπορούν να προκαλέσουν δευτεροπαθώς επιπεφυκίτιδα, ξηροφθαλμία, στικτή απόπτωση του επιθηλίου του κερατοειδούς, έλκη ή ουλοποίηση του κερατοειδούς (ιδιαίτερα του κατώτερου), κριθή, χαλάζιο κλπ.
Η κριθή (κριθαράκι) είναι μια οξεία βακτηριακή λοίμωξη των αδένων του βλεφαρικού χείλους, που παίρνει τη μορφή ερυθράς επώδυνης διόγκωσης του βλεφάρου. Αρχικά είναι σκληρή και διάχυτη, στη συνέχεια διαπυείται και σχηματίζει κίτρινη κορυφή, που συχνά κενώνεται αυτόματα και αυτοπεριορίζεται.
Τα χαλάζια μπορεί να αφορούν το πάνω ή και το κάτω βλέφαρο και οφείλονται σε απόφραξη των πόρων των αδένων του βλεφαρικού χείλους. Έτσι το παραγόμενο υλικό δεν αποχετεύεται, με αποτέλεσμα τη συσσώρευσή του και τον σχηματισμό οζιδίου. Αν δεν αποδώσει η συντηρητική θεραπεία, τα χαλάζια μπορεί να χρειαστούν τη χειρουργική παρέμβαση του οφθαλμιάτρου, που γίνεται με τοπική αναισθησία.